Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

Η Θεσσαλονίκη το 1821

Η Θεσσαλονίκη ήταν από τις πιο σημαντικές πόλεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας,  βρισκόταν κοντά στην πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη, και η διαμόρφωση του εδάφους της Θράκης και της Μακεδονίας έκανε εύκολη την πρόσβαση του τακτικού τουρκικού στρατού, κάνοντας πολύ δύσκολη την συμετοχή της-ως πεδίο εχθροπραξιών - στην επανάσταση .   


 Διαβάζοντας το βιβλίο του Mark Mazower ”ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Η ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ”, στο οποίο υπάρχει μια συγκλονιστική περιγραφή των σφαγών που συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη μόλις μαθεύτηκε το νέο  για την επανάσταση στη Νότια Ελλάδα. Οι σφαγές, ακόμα και έγκυων γυναικών, οι απαγχονισμοί και τα βασανιστήρια ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, ενώ από αυτούς που σώθηκαν, αρκετοί στάλθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Κωνσταντινούπολης, της Τρίπολης και της Βεγγάζης.

Όσοι διάβασαν την “Αηδονόπιτα” του Ισίδωρου Ζουργού ίσως θυμούνται τη φράση ”Στην κόλαση ήρθατε” που ακούνε οι ήρωες του βιβλίου περνώντας τα τείχη της Θεσσαλονίκης τον Ιούνιο του 1821. Κι αυτό γιατί τα πτώματα των κρεμασμένων κρέμονταν ακόμα από τα δέντρα κι η μυρωδιά της σήψης βρισκόταν παντού στην ελληνική συνοικία.
Ανάμεσα στα χιλιάδες θύματα εκείνης της περιόδου ήταν και ο πρόκριτος 
Χρήστος Μενεξές. Υπενθύμιση του μαρτυρίου του αποτελεί σήμερα η οδός Μενεξέ, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.


Επιστρέφοντας στο βιβλίο του Mazower να τονίσουμε πως αναφέρεται στην ιστορία της Θεσσαλονίκης μέσα από ιστορίες ανθρώπων. 

Και η ιστορία που επιλέξαμε από το βιβλίο είναι ιστορία ενός Τούρκου, που κλονισμένος από όσα είχε δει, έγραψε ένα υπόμνημα προς το σουλτάνο, στο οποίο περιγράφει τους απαγχονισμούς και τα μαρτύρια των Ελλήνων κατοίκων της Θεσσαλονίκης. Το υπόμνημα αυτό καταχωνιάστηκε στα αρχεία του Τοπ Καπί, για να το ανακαλύψει ένας Έλληνας μελετητής, ο Α. Παπάζογλου, το 1940!



Ο Χαϊρουλάχ ιμπν Σινασί Μεχμέτ Αγάς, μουλάς της πόλης το 1820, κατηγορήθηκε για φιλελληνικές τάσεις και όταν ξέσπασε η Επανάσταση φυλακίστηκε για λίγο καιρό στο Λευκό Πύργο. Αργότερα, κλονισμένος από τα όσα είδε, έγραψε ένα υπόμνημα προς το Σουλτάνο, στο οποίο περιέγραφε τι συνέβη στη Θεσσαλονίκη το 1821:
Οι συγκρατούμενοί του ήταν Χριστιανοί που το μοναδικό τους έγκλημα ήταν πως δεν είχαν χαιρετίσει τον Γιουσούφ Μπέη στο δρόμο ή ότι συναντιόνταν στη μητρόπολη και συζητούσαν για το Πατριαρχείο, ή απλώς ότι ήταν εξέχοντες πρόκριτοι της κοινότητας. 
Πολλοί υπέφεραν από πείνα και δίψα. Έναν απεσταλμένο των επαναστατών ονόματι Αριστείδη Παππά τον έφεραν μέσα, τον έδειραν άσχημα κα μετά τον παρέδωσαν στον γενιτσαρί αγά για εκτέλεση. 
«Προτού φύγει», γράφει ο Χαϊρουλάχ, «συγχώρεσέ με γι’ αυτό, Μεγαλειότατε, τον αγκάλιασα και τον φίλησα, γιατί στ’ αλήθεια ήταν ένας αξιότιμος άνθρωπος και, αν είχε κάτι να του ψέξεις, ήταν αποτέλεσμα της καλής του καρδιάς».
Λίγες μέρες αργότερα έφεραν έναν άλλον Έλληνα, τον Νικόλα Εφέντη. 
Αυτός είχε συγκλονιστικά νέα: ο Μοριάς είχε ξεσηκωθεί και οι κατάσκοποι έλεγαν πως οι Έλληνες εντός και εκτός Θεσσαλονίκης σχεδίαζαν να κάνουν το ίδιο. 
Ο Γιουσούφ Μπέης είχε απαιτήσει ομήρους, και περισσότεροι από τετρακόσιοι Χριστιανοί –από τους οποίους οι εκατό ήταν Αγιορείτες μοναχοί- κρατούνταν στο παλάτι του. Όλους, φυσικά, τους έδερναν και τους κακομεταχειρίζονταν – ορισμένους μάλιστα τους σκότωναν.
Λίγο μετά ήρθε διαταγή από την Πύλη να αφεθεί ελεύθερος ο Χαϊρουλάχ. 
Ο Γιουσούφ Μπέης άλλαξε τώρα τελείως στάση κι έγινε η προσωποποίηση της γλυκύτητας· παρ’ όλα αυτά, δεν τον άφησε να φύγει αμέσως από την πόλη: η ύπαιθρος δεν ήταν ασφαλής και οι χωριάτες ήταν έτοιμοι να ξεσηκωθούν. 
Ο Χαϊρουλάχ έμαθε με φρίκη ότι ο Γιουσούφ Μπέης σκόπευε να θανατώσει τους ομήρους, και δεν κατάφερε να τον μεταπείσει:
“Το ίδιο βράδυ οι μισοί όμηροι σφάχτηκαν μπροστά στα μάτια του άξεστου μουτεσελίμη. Κλείστηκα στην κάμαρή μου και προσευχήθηκα για την ασφάλεια των ψυχών τους.
Κι από κείνη τη νύχτα άρχισε το κακό. 
Η Θεσσαλονίκη, η όμορφη αυτή πόλη, που λάμπει σαν το σμαράγδι πάνω στο τιμημένο Σου στέμμα, μετατράπηκε σ’ ένα απέραντο σφαγείο”. 
Ο Γιουσούφ Μπέης πρόσταξε τους άντρες του να σκοτώνουν όποιο Χριστιανό έβρισκαν στο δρόμο, και για μερόνυχτα ο αέρας ήταν γεμάτος “φωνές, θρήνους, στριγκλιές”. 
Είχανε τρελαθεί όλοι· σκότωναν ως και τα παιδιά και τις έγκυες γυναίκες. 
“Τι δεν είδανε τα μάτια μου, Παντοδύναμε Σάχη των Σάχηδων;” 
Ο ίδιος ο μητροπολίτης ρίχτηκε στα σίδερα μαζί με άλλους κορυφαίους προκρίτους· τους βασάνισαν και τους εκτέλεσαν στην πλατεία του αλευροπάζαρου. Κάποιους τους κρέμασαν από τα πλατάνια γύρω από τη Ροτόντα. 
Άλλους τους σκότωσαν στη μητρόπολη, όπου είχαν καταφύγει, και τα κεφάλια τους τα μάζεψαν να τα πάνε δώρο στον Γιουσούφ Μπέη. Μονάχα ο δερβίσικος τεκές -που οι μύστες του διατηρούσαν ανέκαθεν στενούς δεσμούς με τους Έλληνες μοναχούς- πρόσφερε άσυλο στους Χριστιανούς. 
“Αυτά τα πράγματα και άλλα πολλά, που δεν μπορώ να τα περιγράψω γιατί και μόνο η θύμησή τους μου φέρνει ανατριχίλα, συνέβησαν στην πόλη της Θεσσαλονίκης το Μάιο του 1821″.

MARK MAZOWER “ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ”

Από το logomnimon

1 σχόλιο:

  1. ...γνωστός για την εγκυρότητά του απέναντι στην Ελλάδα ιστορικός.

    ΑπάντησηΔιαγραφή